Μέχρι τώρα ήταν ευρέως γνωστός ο δείκτης νοημοσύνης που μετράει την ευφυία του ατόμου και θεωρούνταν πολύ σημαντικός για μια επιτυχημένη ζωή. Ωστόσο, έρευνες ανακάλυψαν ότι ένα άλλο είδος νοημοσύνης, η συναισθηματική νοημοσύνη, μπορεί να προσφέρει περισσότερα οφέλη και επιτυχίες στην προσωπική και επαγγελματική ζωή του ανθρώπου. Η επιτυχία τελικά εξαρτάται περισσότερο από τη σχέση που έχουμε με τον εαυτό μας και τους άλλους.
Η συναισθηματική νοημοσύνη σημαίνει ότι γνωρίζουμε τον εαυτό μας, εκφράζουμε και αντιλαμβανόμαστε ποια είναι τα συναισθήματά μας και που οφείλονται έτσι ώστε να τα διαχειριζόμαστε πιο αποτελεσματικά. Σκεφτόμαστε πριν αντιδράσουμε και δεν λειτουργούμε παρορμητικά σε ένα γεγονός που θα μας αναστατώσει. Σημαίνει, ακόμη, ότι μπορούμε να δείξουμε ενσυναίσθηση στους άλλους, τοποθετώντας τον εαυτό μας στην θέση τους, καταλαβαίνοντας πώς νιώθουν και πώς σκέφτονται, αντιμετωπίζοντάς τους με αποδοχή και όχι επίκριση.
Τα παιδιά με ανεπτυγμένη την συναισθηματική νοημοσύνη αναγνωρίζουν τα συναισθήματά τους, τα εκφράζουν με κατάλληλο τρόπο χωρίς να βλάπτουν τον εαυτό τους ή τους άλλους, ενώ παράλληλα, αντιλαμβάνονται και σέβονται τα συναισθήματα και των άλλων παιδιών. Γνωρίζουν πώς να επιλύουν τις διαφορές τους με τα άλλα παιδιά με διαπραγματεύσεις και συμβιβασμούς. Αυτές οι δεξιότητες τα βοηθούν να δημιουργούν πιο εύκολα φιλίες και να τις διατηρούν μέσα στον χρόνο. Όταν δεν υπάρχουν αυτές οι δεξιότητες τα παιδιά δυσκολεύονται να ελέγξουν τον εαυτό τους, δρουν παρορμητικά και εκφράζονται με επιθετικές συμπεριφορές.
Ως γονείς επηρεάζουμε την συναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών μας και γινόμαστε πρότυπα που διδάσκουμε όχι μόνο με τα λόγια αλλά περισσότερο με τις πράξεις μας. Όλα ξεκινούν από τη σχέση και την επικοινωνία που έχουμε με το παιδί μας!
Χρειάζεται να δημιουργήσουμε με το παιδί μας έναν στενό δεσμό ασφάλειας και εμπιστοσύνης όπου το ίδιο θα γνωρίζει ότι οι συναισθηματικές του ανάγκες (στοργή, προσοχή, αποδοχή, κατανόηση) θα μπορούν να καλυφθούν ή όταν θα χρειάζεται βοήθεια σε ένα πρόβλημα θα έχει υποστήριξη. Έτσι, θα μάθει ότι μπορεί να εμπιστεύεται τους άλλους ανθρώπους και ότι έχει νόημα να εκφράζει τα συναισθήματα και τις ανάγκες του εφόσον οι άλλοι ενδιαφέρονται για αυτά. Ως αποτέλεσμα, θα μάθει ότι μπορεί να μοιράζεται αυτά που νιώθει και που σκέφτεται, θα ενδιαφέρεται για τα συναισθήματα και τις ανάγκες των άλλων, γεγονός που θα του δώσει τη δυνατότητα να επικοινωνεί καλύτερα μαζί τους,, να συνεργάζεται, και να δείχνει και εκείνο ενσυναίσθηση με τη σειρά του.
Ο τρόπος που σκεφτόμαστε για τα συναισθήματα καθορίζει το κατά πόσον θα ανταποκριθούμε με ευαισθησία σε αυτά και θα τα αποδεχτούμε. Μπορεί κάποιες φορές να νιώθουμε άβολα με τα αρνητικά συναισθήματα των παιδιών μας, να προσπαθούμε να τα εξαφανίσουμε γρήγορα και να αποσπάσουμε τη προσοχή τους, για να τα κάνουμε να νιώσουν γρήγορα ευχάριστα. Θεωρούμε ότι αν δώσουμε σημασία στα αρνητικά συναισθήματα θα γίνουν χειρότερα, και ότι θα ήταν καλύτερα να αφήσουμε τον χρόνο να περάσει. Όμως, δε γίνονται καλύτερα τα πράγματα με τον καιρό, γιατί τα συναισθήματα αυτά παραμένουν καταπιεσμένα, και δημιουργείται μία εσωτερική σύγκρουση αφού από τη μία δε πρέπει να εκφράζονται, από την άλλη συνεχίζουν να υπάρχουν.
Όταν υπάρχει κάτι που δυσκολεύει το παιδί βιαζόμαστε να δώσουμε τη λύση και έτσι κινδυνεύουμε να δείξουμε αδιαφορία για το πώς ένιωσε για αυτό το γεγονός, ενώ δεν το βοηθάμε να σκεφτεί και το ίδιο πιθανές λύσεις. Εάν ένα παιδί χάλασε τον πύργο που έφτιαχνε μη βιαστούμε να πούμε “δε πειράζει θα φτιάξεις άλλον”. Χρειάζεται να δείξουμε ότι το καταλαβαίνουμε, να κατονομάσουμε τα συναισθήματα που μπορεί να ένιωσε για να μπορέσει να το κάνει και εκείνο αργότερα. Για παράδειγμα, να πούμε “Φαίνεσαι θυμωμένος με το παιδί που σου χάλασε τον πύργο”. Αφιερώνουμε χρόνο για να το συζητήσουμε αλλά και στο παιδί μας για να μας απαντήσει σε αυτό που του λέμε.
Είναι πολύ ανακουφιστικό και παρήγορο να μιλάμε για τα συναισθήματα. Βοηθώντας το παιδί μας να συνειδητοποιήσει πώς αισθάνεται και μαθαίνοντας να μιλάει για αυτό, είναι βήματα απαραίτητα για να μάθει να ελέγχει τα συναισθήματά του και να ηρεμεί μόνο του τον εαυτό του, μεγαλώνοντας.
Επειδή εμείς οι ίδιοι φοβόμαστε τα αρνητικά συναισθήματα, σπεύδουμε να προστατέψουμε τα παιδιά από τα δικά τους, με αποτέλεσμα να μην τα αφήνουμε να τα νιώσουν και να μάθουν να τα αντέχουν. Στην ενήλικη ζωή, αλλά και καθώς μεγαλώνουν όπου θα αντιμετωπίσουν δυσκολίες και θα επανέλθουν αυτά τα δύσκολα συναισθήματα δε θα ξέρουν τι να κάνουν και θα κυριευθούν από φόβο για αυτά.
Άλλες φορές μπορεί να θυμώνουμε και να μαλώνουμε το παιδί για την έκφραση των συναισθημάτων του. Θέλουμε να σταματήσουμε γρήγορα το κλάμα του γιατί μπορεί να νιώθουμε ότι δεν είμαστε καλοί γονείς αν δε το κάνουμε ή το θεωρούμε ένδειξη αδυναμίας και του λέμε “μη κάνεις σαν μωρό”. Παρόλα αυτά δε κλαίνε μόνο τα μωρά. Κλαίνε και τα μεγαλύτερα παιδιά, κλαίμε κι εμείς οι ενήλικες όταν στεναχωρηθούμε, πληγωθούμε ή συγκινηθούμε. Απλά ίσως να μη μας επιτρεπόταν όταν ήμασταν μικροί. Το παιδί δε πρέπει να νιώσει ότι γελειοποιούμε τα συναισθήματά του. Αυτό συμβαίνει και όταν γελάσουμε με ένα μικρό θυμωμένο παιδί, που μπορεί ο τρόπος με τον οποίο εκφράζει τον θυμό του να μας φανεί χαριτωμένος, το ίδιο όμως εκείνη την ώρα υποφέρει.
Φροντίζουμε να δίνουμε προσοχή με ενσυναίσθηση στα συναισθήματα του παιδιού και να το καθοδηγούμε να τα εκφράζει χωρίς να πληγώνεται κανείς. Εάν κάποιο παιδί του πήρε το παιχνίδι ενθαρρύνουμε την έκφραση του θυμού αλλά δεν επιτρέπουμε να το χτυπήσει. Μπορούμε, γενικότερα, να του προτείνουμε να ζητάει βοήθεια από έναν ενήλικα, να λέει με λόγια αυτό που το ενόχλησε, αν είναι πολύ αναστατωμένο να παίρνει μερικές βαθιές αναπνοές, να κάνει κάποια δραστηριότητα που του αρέσει και θα το χαλαρώσει όταν νιώσει έτοιμο.
Εάν δείξουμε στο παιδί ότι τα συναισθήματά του είναι σημαντικά και αποδεκτά, και ότι υπάρχουν τρόποι για να τα διαχειριστεί, τότε, μελλοντικά, θα του έχουμε μάθει να είναι συνδεδεμένο με αυτά, να αγαπάει και να αποδέχεται τον εαυτό του, ότι μπορεί να κάνει κάτι διαφορετικό για να ηρεμήσει εκτός από το να κλειστεί στον εαυτό του, καθώς και να αντιμετωπίζει πιο αποτελεσματικά τις δυσκολίες στη ζωή του, χωρίς να καταρρέει.
Πριν απ' όλα αυτά, ας αναρωτηθούμε σε ποιον βαθμό εμείς κατέχουμε την συναισθηματική νοημοσύνη. Πόσες φορές νιώθουμε ότι είμαστε έτοιμοι να εκραγούμε ή λέμε ότι είμαστε χάλια χωρίς να μπορούμε να προσδιορίσουμε ποια είναι τα συναισθήματά μας εκείνη τη στιγμή και τι τα πυροδότησε; Τι κάνουμε για να τα διαχειριστούμε και πόσο ανοιχτοί είμαστε να μιλήσουμε γι' αυτά;
Η Ψυχολόγος των Βρεφικών/Παιδικών Σταθμών
Γεωργία Παππά