Άρθρα Ψυχολογίας

ΑΚΟΥΓΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΘΥΜΟ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ ΜΟΥ!

Συχνά οι γονείς έρχονται αντιμέτωποι με τον θυμό των παιδιών τους ο οποίος μπορεί να εκφράζεται έντονα, και πολλές φορές να τους τρομάζει, να τους αγχώνει και να βρίσκονται σε αμηχανία σχετικά με το τι να κάνουν για να τον διαχειριστούν.

 

Δεν είναι λίγες οι φορές που οι γονείς βρίσκονται μπροστά σε ένα ξέσπασμα σε δημόσιο χώρο, που τους κάνει να αγχωθούν και να ντραπούν πολύ. Το κλειδί είναι να μη παρασυρθούν από την ντροπή  τους, γιατί αυτή είναι που θα καθορίσει την αντίδρασή τους. Εκείνη την ώρα είναι απαραίτητο να δοθεί προσοχή στην επικοινωνία μας με το παιδί, το οποίο μας έχει ανάγκη, και όχι στον υπόλοιπο κόσμο γύρω μας.

          

Οι έντονες εκρήξεις θυμού εμφανίζονται περίπου στην ηλικία των 2 ετών και μπορεί να συνεχιστούν μέχρι τα 4 έτη όπου αναμένεται να αρχίσουν να μειώνονται σε ένταση, σε συχνότητα και σε διάρκεια, καθώς το παιδί μεγαλώνει. Αυτό, όμως, προϋποθέτει και την δική μας συμβολή στο πώς θα το βοηθήσουμε να διαχειρίζεται αυτές τις εκρήξεις.

             

Ο θυμός του παιδιού μπορεί να κρύβει άγχος, ανασφάλεια, φόβο, ζήλια, θλίψη, απογοήτευση που συσσωρεύονται, δημιουργώντας ένα ξέσπασμα. Σε περίπτωση που το παιδί δεν έχει αναπτύξει ικανοποιητικά την ομίλια του και δεν μπορεί να εκφραστεί με λόγια τότε η αναστάτωσή του γίνεται ακόμα μεγαλύτερη και εκφράζει πιο έντονα τον θυμό του.

            

Ένα παιδί θυμώνει γιατί νιώθει ότι οι γονείς του δεν ανταποκρίνονται όπως θα ήθελε στις συναισθηματικές του ανάγκες και δεν του αφήνουν χώρο να εκφράσει τα συναισθήματά του. Μπορεί οι γονείς κάποιες φορές να θεωρούν ότι η έντονη αντίδραση του παιδιού τους σε ένα γεγονός είναι υπερβολική, και δεν συνάδει με την σημασία του γεγονότος που την προκάλεσε, με αποτέλεσμα να αντιδράσουν κι εκείνοι έντονα ή να υποβαθμίσουν το γεγονός λέγοντας στο παιδί ότι δεν υπάρχει λόγος να αντιδράει έτσι.

           

Όταν οι γονείς αντιδρούν με κριτική και αποδοκιμασία στα ξεσπάσματα του παιδιού τους τότε εκείνο παίρνει το μήνυμα ότι δεν επιτρέπεται να εκφράζει το συναίσθημα του θυμού, ότι αν το εκφράσει δεν θα είναι αγαπητό και αποδεκτό από τους γονείς του και τελικά θα βιώσει την απόρριψη. Οι εκρήξεις θυμού θα γίνουν εντονότερες γιατί ακυρώνονται και καταπιέζονται τα συναισθήματά του. Μεγαλώνοντας θα αρχίσει να νιώθει ντροπή και ενοχές για τα συναισθήματά του και θα δυσκολεύεται να τα εκφράσει.

             

Από την άλλη, όταν νιώθει ότι έχει το δικαίωμα να εκφράσει όχι μόνο τον θυμό του αλλά και άλλα συναισθήματα που δυσκολεύουν τους γονείς, όπως το άγχος, η στεναχώρια, η ζήλια για το μικρότερο αδερφάκι, τότε αντιλαμβάνεται ότι οι γονείς του επιδοκιμάζουν τα συναισθήματά του, δίνουν αξία σε αυτά, τα αποδέχονται και, άρα, αποδέχονται και το ίδιο το παιδί σαν ύπαρξη. Έτσι, το παιδί μαθαίνει ότι ο θυμός είναι ένα φυσιολογικό και υγιές συναίσθημα που δεν είναι κακό να υπάρχει, και που αν το νιώσει θα μπορεί να το αντέξει χωρίς να έρθει η καταστροφή.

             

Όταν εμείς θυμώνουμε και ξεσπάμε με φωνές, απειλές, τιμωρίες ή και χρήση βίας προκαλείται ακόμα πιο μεγάλη ένταση, αυξάνεται ο θυμός του παιδιού και δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος. Το παιδί πληγώνεται, νιώθει αδικημένο και θα φωνάξει πιο πολύ για να μας πείσει ότι έχει δίκιο, ενώ δεν καταφέρνουμε να το κάνουμε να μας ακούσει. Παράλληλα, του μεταδίδουμε αντιφατικά μηνύματα όταν μας βλέπει να δείχνουμε τόσο έντονα τον θυμό μας, ενώ από εκείνο περιμένουμε να έχει μία διαφορετική συμπεριφορά.

             

Χρειάζεται να παίρνουμε μερικά δευτερόλεπτα πριν αντιδράσουμε σε ένα ενδεχόμενο ξέσπασμα θυμού. Όταν εμείς μπορούμε να διαχειριζόμαστε τα συναισθήματά μας θα καταφέρουμε να μάθουμε και στο παιδί μας να ελέγχει τα δικά του συναισθήματα.

            

Το παιδί παρατηρεί τον τρόπο που επιλύουμε συγκρούσεις στην καθημερινότητα που μπορεί να έχουν να κάνουν, για παράδειγμα, με τον σύζυγο, την οικογένειά μας, ή ακόμα και με κάποιο περιστατικό την ώρα που είμαστε στον δρόμο και οδηγούμε. Δεν μαθαίνει μόνο από τα λόγια μας αλλά και βλέποντας την σχέση που έχουμε με τα συναισθήματα γενικότερα και το πώς επικοινωνούμε με τους άλλους ανθρώπους.

             

Όταν το παιδί νιώθει ότι ακούγεται, ότι το σέβονται και ότι έχει τη προσοχή που χρειάζεται είναι λιγότερο πιθανό να κάνει κάτι ηχηρό για να ακουστεί. Χρειάζεται να είμαστε δίπλα του ακόμα και όταν αναστατώνεται για κάτι που εμείς θεωρούμε ασήμαντο. Τα παιδιά, για παράδειγμα, μπορεί να θυμώσουν γιατί δε τους βάλαμε νερό στο ποτήρι που ήθελαν, καθώς θέλουν να νιώσουν ότι μπορούν να παίρνουν και αυτά αποφάσεις για θέματα που τα αφορούν και να έχουν επιλογές. Τίποτα δεν είναι ασήμαντο για τα παιδιά τα οποία σε αυτήν ηλικία δεν μπορούν να δεχτούν εύκολα ότι δε θα γίνει αυτό που θέλουν τη στιγμή που το θέλουν, ότι δεν μπορούν να έχουν ό,τι θέλουν, και τα οποία έχουν περισσότερη ανάγκη από οποιονδήποτε άλλον την αγάπη μας, την φροντίδα, την αίσθηση ότι αξίζουν και την ουσιαστική αφοσίωσή μας.

               

Ένα παιδί που θυμώνει έντονα δε το κάνει για να μας τσαντίσει, να μας βασανίσει, να μας επιτεθεί σε προσωπικό επίπεδο. Είναι ο τρόπος του να επικοινωνήσει, να εκφράσει τις ανάγκες του. Δε χρειάζεται να τρομάζουμε και να εστιάζουμε στο να σταματήσουμε τον θυμό, γιατί θα χάσουμε τη σύνδεση με το παιδί μας και τον συναισθηματικό του κόσμο. Ο στόχος είναι να δούμε τι κρύβεται πίσω από τον θυμό, τι μας ζητάει εκείνη την ώρα το παιδί. Να μάθουμε στο παιδί ότι μπορεί να εκφράζει το συναίσθημα του θυμού αλλά έχει σημασία ο τρόπος.

                

Η στιγμή, λοιπόν, του θυμού δεν είναι η στιγμή για να μαλώσουμε αλλά για να κατανοήσουμε. Είναι μία ευκαιρία να μιλήσουμε στο παιδί για το συναίσθημα αυτό, να του δείξουμε ότι είμαστε διαθέσιμοι να το ακούσουμε, με σκοπό να νιώσει ότι μπορούμε να αντέξουμε τα έντονα συναισθήματά του και ότι μπορούμε να το βοηθήσουμε στην πιο δύσκολη στιγμή του. Δεν είναι, δηλαδή, μόνο και αβοήθητο. Είμαστε εμείς εκεί να βάλουμε τα λόγια σε αυτό που συμβαίνει, εφόσον λόγω ηλικίας δεν έχει ακόμα αυτή την ικανότητα, τα οποία θα προσφέρουν ανακούφιση απέναντι στη σύγχυση του παιδιού που δε ξέρει τι νιώθει, για ποιον λόγο και τι να κάνει για να ηρεμήσει. Σταδιακά το παιδί, με τη δική μας ενθάρρυνση, θα μάθει να εκφράζει τον θυμό με τα λόγια και όχι μέσω της συμπεριφοράς, όπως το να χτυπάει ή να πετάει αντικείμενα.

                

Είναι και για μας μια ευκαιρία να δούμε τι μας δυσκολεύει στην θυμωμένη αντίδραση του παιδιού μας, αν είμαστε πιεσμένοι από τη δύσκολη σχέση με τον σύζυγο, την κριτική της οικογένειάς μας για τον ρόλο μας ως γονείς, ή ποια βιώματα από τη σχέση με τους γονείς μας ως παιδιά ενεργοποιούνται.

                

Ας σκεφτούμε όταν εμείς ήμασταν παιδιά πώς ανταποκρινόντουσαν στον θυμό μας και τι θα θέλαμε να είναι διαφορετικό!                

Ας δούμε την έκρηξη θυμού ως μια ευκαιρία για μάθηση και εξέλιξη!

 

Η Ψυχολόγος των Βρεφικών/Παιδικών Σταθμών

Γεωργία Παππά

 

 

Search