Είναι συχνό φαινόμενο σε παιδιά προσχολικής ηλικίας που ο λόγος τους παρουσιάζει κάποιο έλλειμμα, να υποβόσκει κάποια παθολογία του αυτιού. Η εκκριτική μέση ωτίτιδα (είναι η φλεγμονή που προκύπτει στο μεσαίο τμήμα του αυτιού λόγω της συγκέντρωσης υγρού) συχνά ταλαιπωρεί τα παιδιά χωρίς να έχει εμφανή συμπτώματα. Η συγκεκριμένη μορφή ωτίτιδας αποτελεί μία από τις πιο συνήθεις ασθένειες σε παιδιά από τη στιγμή της γέννησής τους μέχρι και τα τρία τους χρόνια. Το υγρό στο μεσαίο αυτί εμποδίζει το όργανο να μεταφέρει σωστά τον ήχο και παρεμβαίνει στη λειτουργία της φυσιολογικής ακοής.
Όπως είναι λογικό η επάρκεια της ακοής έχει καθοριστικό ρόλο στη γλωσσική ανάπτυξη, καθώς το παιδί μαθαίνει να μιλάει γιατί έρχεται σε επαφή με τη μητρική του γλώσσα. Το παιδί ήδη από την βρεφική ηλικία μέσω της ακοής καταγράφει και αποθηκεύει τα διακριτά στοιχεία της γλώσσας, τα οποία σε συνδυασμό με την ανάπτυξη των γνωστικών δεξιοτήτων, θα το βοηθήσουν μελλοντικά στο να αναπτύξει προφορικό λόγο. Αν για οποιονδήποτε λόγο το παιδί δεν ακούει στο βαθμό που χρειάζεται, έχει αυξημένες πιθανότητες να παρουσιάσει σημαντικές καθυστερήσεις στην ανάπτυξη του λόγου και της ομιλίας.
Η εκκριτική ωτίτιδα χωρίς μόλυνση είναι ένα ειδικό πρόβλημα, διότι τα συμπτώματα του πόνου και του πυρετού συνήθως λείπουν. Για το λόγο αυτό, μπορεί να περάσουν εβδομάδες ή ακόμα και μήνες χωρίς οι γονείς ν΄ αντιληφθούν το πρόβλημα. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, το παιδί μπορεί να χάνει σημαντικά μέρη του λόγου, τα οποία είναι απαραίτητα για την φυσιολογική ανάπτυξη της ομιλίας.
Αξίζει να σημειωθεί οτι το έλλειμμα ακοής που προκάλει η μέση ωτίτιδα δε σημαίνει κώφωση. Το έλλειμμα ακοής σημαίνει ότι το παιδί δεν ακούει όλες τις συχνότητες των ήχων στις συνήθεις εντάσεις τους. Αυτό εξηγεί το γεγονός ότι το παιδί δε λέει καθαρά κάποιους ήχους ή δε παράγει καθόλου αρκετούς από τους ήχους της ομιλίας. Δεν είναι τυχαίο πως οι τελικές συλλαβές, οι παρελθοντικοί χρόνοι, τα άρθρα, συχνά, παραλείπονται από την ομιλία των παιδιών που πάσχουν από μέση ωτίτιδα. Δεν μαθαίνουν να εκφέρουν σωστά μορφολογικά στοιχεία αφού δεν μπορούν να ακούσουν σωστά ολες τις παραγωγές του λόγου και να τις αφομοιώσουν.
Τα περισσότερα παιδιά, ειδικά τα παιδιά κάτω των τριών ετών είναι ιδιαίτερα επιρρεπή στις λοιμώξεις του αυτιού. Κυρίως τα παιδιά μικρής ηλικίας δεν εμφανίζουν ξεκάθαρες ενδείξεις που θα μας παραπέμψουν στον έλεγχο της ακοής. Ωστόσο είναι σημαντικό να γίνει ακόμα και ένας προληπτικός ακοολογικός έλεγχος αν το παιδί εμφανίζει κάποιο από τα παρακάτω:
- Είναι δύο ετών και δεν έχει πει τις πρώτες του λέξεις.
- Έχει ή είχε συχνά επεισόδια ωτίτιδας.
- Είναι τριών ετών ή και μεγαλύτερο και ο λόγος του είναι έντονα δυσκατάληπτος.
- Παρουσιάζει δυσκολία στην συγκέντρωση.
- Φαίνεται να μην κατανοεί οδηγίες.
- Είναι ανεξήγητα ζωηρό ή παρουσιάζει έντονη υποτονία.
- Ζητά να είναι ο ήχος της τηλεόρασης ή του ραδιοφώνου πιο δυνατά από το κανονικό.
Αν παρατηρήσετε ένα ή και παραπάνω συμπτώματα, επικοινωνήστε με έναν παιδίατρο ή με έναν ωτορινολαρυγγολόγο (που ειδικεύεται σε λοιμώξεις του αυτιού, της ρινικής κοιλότητας και του λαιμού). Όσο πιο έγκαιρα διαγνωσθεί ένα οργανικό έλλειμμα, τόσο μικρότερο θα είναι το κενό που θα παρουσιαστεί στη ανάπτυξη της ομιλίας του παιδιού. Η επικοινωνιακή ανάπτυξη του παιδιού βρίσκεται στο αποκορύφωμα της από τους δώδεκα μήνες μέχρι τα τέσσερα έτη. Η κυμαινόμενη απώλεια ακοής στη διάρκεια αυτής της περιόδου λειτουργεί παρεμβατικά στη διαδικασία μάθησης της ομιλίας και στην ανάπτυξη των γνωστικών δεξιοτήτων.
Η Λογοθεραπεύτρια
των Παιδικών/Βρεφικών Σταθμών
ΜΟΥΡΚΟΓΙΑΝΝΗ ΣΠΥΡΙΔΟΥΛΑ