Η εκμάθηση της τουαλέτας αποτελεί μία μετάβαση για το παιδί το οποίο σταδιακά αφήνει την πάνα και αναπτύσσει την ικανότητά του να αυτοεξυπηρετείται. Σηματοδοτεί την απόκτηση μεγαλύτερης αυτονομίας και προσωπικού ελέγχου στις σωματικές λειτουργίες εκ μέρους του παιδιού.
Η εκπαίδευση στη χρήση της τουαλέτας μπορεί να ξεκινήσει περίπου στην ηλικία των 2-2,5 χρόνων εφόσον νευρολογικά, συνήθως σε αυτή την ηλικία, μπορεί ένα παιδί να ελέγξει τους σφιγκτήρες του. Ωστόσο, δεν υπάρχει απόλυτα συγκεκριμένη χρονική στιγμή που μπορεί να ξεκινήσει αυτή η διαδικασία, καθώς θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας την σωματική και συναισθηματική ετοιμότητα του παιδιού.
Εάν το παιδί δείξει έντονα σημάδια αντίδρασης και δυσφορίας καλό θα είναι να αφήσουμε την διαδικασία της εκπαίδευσης για αργότερα. Χρειάζεται να είμαστε συντονισμένοι με τις ανάγκες και τα συναισθήματα του παιδιού μας και να παρατηρούμε την συμπεριφορά του.
Ενδείξεις ετοιμότητας για την εκπαίδευση στην τουαλέτα είναι:
- να μένει στεγνό για τουλάχιστον 2 ώρες κάθε μέρα μέσα στην ημέρα αλλά και μετά τον μεσημεριανό ύπνο
- να ακολουθεί απλές εντολές
- να σηκώνεται με ευκολία μόνο του
- να εκφράζει ενόχληση για τις βρεγμένες πάνες
- να ανεβαίνει και να κατεβαίνει μια σκάλα μόνο του
- να θέλει να φορά εσώρουχα
- να δείχνει ενδιαφέρον για τη χρήση της τουαλέτας
- να ανεβάζει και να κατεβάζει μόνο του το εσώρουχο και το παντελόνι του
- οι εκφράσεις προσώπου και η λεκτική επικοινωνία του να δηλώνουν ότι ξεκινάει η διαδικασία ούρησης και απέκκρισης
Σε αυτό το ηλικιακό στάδιο το παιδί παρουσιάζει μία τάση προς την ανεξαρτησία και εκφράζει έντονο αρνητισμό στην προσπάθειά του να αυτονομηθεί. Είναι η περίοδος που λέει πολύ συχνά “όχι”, επιδιώκει να διαφοροποιηθεί από τους άλλους και θέλει να κάνει πράγματα μόνο του. Κύριο χαρακτηριστικό αυτή την περίοδο είναι ο έλεγχος που θέλει να ασκεί στο περιβάλλον του. Έτσι, η εφαρμογή κανόνων, που σχετίζονται με τον έλεγχο των σφιγκτήρων, συνιστά για το παιδί μια ματαίωση, γιατί αρχίζει να κατανοεί ότι δεν είναι πια ελεύθερο να κάνει ότι θέλει.
Οι γονείς θα πρέπει να προσέξουν πώς θα αντιμετωπίσουν το θέμα της τουαλέτας. Να μην βιάζονται και να μην πιέζουν το παιδί να ολοκληρώσει την εκμάθηση της τουαλέτας, γιατί θα αυξήσουν την εναντίωση του παιδιού, θα το αγχώσουν πιο πολύ και θα επιβραδύνουν την όλη διαδικασία. Τα παιδιά μαθαίνουν καλύτερα σε μια ατμόσφαιρα απαλλαγμένη από άγχος.
Η αυστηρότητα και η υπερβολική απαίτηση για συμμόρφωση μπορεί να οδηγήσουν ένα παιδί να γίνει υπερβολικά υπάκουο, λιγότερο αυθόρμητο ή περισσότερο αντιδραστικό. Το παιδί μαθαίνει ότι η υπακοή είναι απαραίτητη για την καλή σχέση με τους άλλους και καθυστερεί η ανάπτυξη της αυτονομίας του. Το θέμα είναι η εκπαίδευση στην τουαλέτα να μην μετατραπεί σε πεδίο συγκρούσεων και να μην χρησιμοποιηθεί ως επιβολή δύναμης είτε από τον γονέα είτε από το παιδί.
Μην ξεχνάτε ότι η εκπαίδευση για το κόψιμο της πάνας δημιουργεί στο παιδί μία εικόνα για τον εαυτό του και το σώμα του. Φροντίστε να μην δείχνετε δυσαρέσκεια για τις σωματικές του λειτουργίες, την όψη και τη μυρωδιά τους. Τα προϊόντα του σώματος (ούρα και κόπρανα) βιώνονται από το παιδί ως δική του δημιουργία και δε θέλουμε να σχηματίσει αρνητική εντύπωση για το σώμα του.
Ξεκινάμε, λοιπόν, τη διαδικασία εφόσον δούμε ότι το παιδί είναι συνεργάσιμο. Το ρωτάμε μέσα στη μέρα αν θέλει να πάει τουαλέτα, υπενθυμίζοντας τη διαδικασία, αλλά ποτέ επίμονα, με εκνευρισμό ή θυμωμένα. Προχωράμε με τον ρυθμό του παιδιού και είμαστε υπομονετικοί με τα “ατυχήματα”. Δεν το μαλώνουμε και δεν το τιμωρούμε. Η εκπαίδευση στην τουαλέτα χρειάζεται χρόνο. Είμαστε δίπλα στο παιδί με ευαισθησία σε κάθε στιγμή που δυσκολεύεται σε όλη τη διάρκεια της διαδικασίας. Καλό είναι να αποφεύγουμε το κόψιμο της πάνας όταν το παιδί βιώνει και άλλες αλλαγές ταυτόχρονα, όπως η έναρξη του παιδικού σταθμού, η γέννηση ενός αδελφού, ο θάνατος ενός συγγενούς ή το διαζύγιο των γονέων.
Ένα παιδί επιθυμεί να βγάλει την πάνα και να περάσει στον κόσμο των “μεγάλων” όταν ζει σε ένα οικογενειακό περιβάλλον με συναισθηματική ασφάλεια, όπου το αφήνουν να μεγαλώσει και το ενθαρρύνουν να ανεξαρτητοποιηθεί. Σκοπός δεν είναι να γίνει όσο πιο γρήγορα γίνεται αλλά μέσα από αυτή τη διαδικασία το παιδί να γνωρίσει το σώμα του και να του αφήσουμε χώρο να αναπτυχθεί αυτόνομα. Δεν είναι διαγωνισμός. Η καθυστέρηση στην επίτευξη του επιθυμητού αποτελέσματος δεν αντικατοπτρίζει την ικανότητά μας ως γονείς. Ας μη συγκρίνουμε το παιδί μας με άλλα παιδιά που μπορεί να έχουν κατακτήσει γρηγορότερα την εκμάθηση της τουαλέτας, δημιουργώντας άγχος και απογοήτευση και σε εμάς αλλά και στο παιδί. Το κάθε παιδί είναι μοναδικό και μόνο έτσι θα πρέπει να του συμπεριφερόμαστε.
Η Ψυχολόγος των Παιδικών Σταθμών
Γεωργία Παππά